Θηλυπρεπής στα ουκρανικά
Μετάφραση: θηλυπρεπής, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
жінкоподібний, женоподібний, женоподібних
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θηλυπρεπής
θηλυπρεπής λεξικό γλώσσας ουκρανικά, θηλυπρεπής στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- θηλιά στα ουκρανικά - селючка, селюк, петля, зашморг, петливши
- θηλυκός στα ουκρανικά - самиця, жіночий, самка, жінка
- θημωνιά στα ουκρανικά - стек, стік
- θηριοτροφείο στα ουκρανικά - організовування, організація, організування, звіринець, зверинец, звіринцю, звіринця
Τυχαίες λέξεις
Θηλυπρεπής στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: жінкоподібний, женоподібний, женоподібних
Μεταφράσεις: жінкоподібний, женоподібний, женоподібних