Πονοκέφαλος στα γαλλικά
Μετάφραση: πονοκέφαλος, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
ennui, souci, inquiétude, névralgie, mal de tête, maux de tête, céphalées, des maux de tête, les maux de tête
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πονοκέφαλος
πονοκέφαλος ιγμορείων, πονοκέφαλος αίτια, πονοκέφαλος και πίεση, πονοκέφαλος και περίοδος, πονοκέφαλος μετά από ποτό, πονοκέφαλος λεξικό γλώσσας γαλλικά, πονοκέφαλος στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- πονηριά στα γαλλικά - roublardise, rouerie, matoiserie, malice, sournoiserie, méchanceté, astuce, ...
- πονηρός στα γαλλικά - fallacieux, mignon, madré, agile, astuce, gentil, captieux, ...
- ποντίκι στα γαλλικά - souris, souriceau, la souris, de souris
- πονόψυχος στα γαλλικά - attendri, compatissant, tendre, cœur tendre, au cœur tendre, coeur tendre
Τυχαίες λέξεις
Πονοκέφαλος στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: ennui, souci, inquiétude, névralgie, mal de tête, maux de tête, céphalées, des maux de tête, les maux de tête
Μεταφράσεις: ennui, souci, inquiétude, névralgie, mal de tête, maux de tête, céphalées, des maux de tête, les maux de tête