Πονοκέφαλος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: πονοκέφαλος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
галаўны, галаўная
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πονοκέφαλος
πονοκέφαλος ιγμορείων, πονοκέφαλος αίτια, πονοκέφαλος και πίεση, πονοκέφαλος και περίοδος, πονοκέφαλος μετά από ποτό, πονοκέφαλος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, πονοκέφαλος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- πονηριά στα λευκορωσικά - хітрасць, хітрасьць, хітрыкі, хітрык
- πονηρός στα λευκορωσικά - хітры
- ποντίκι στα λευκορωσικά - мыш, мышь
- πονόψυχος στα λευκορωσικά - спагадлівая, чуллівая, жаласьлівая
Τυχαίες λέξεις
Πονοκέφαλος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: галаўны, галаўная
Μεταφράσεις: галаўны, галаўная