Πονοκέφαλος στα ρωσικά

Μετάφραση: πονοκέφαλος, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
помеха, неприятность, забота, головная боль, головной боли, головной болью, головные боли, головную боль
Πονοκέφαλος στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πονοκέφαλος

πονοκέφαλος ιγμορείων, πονοκέφαλος αίτια, πονοκέφαλος και πίεση, πονοκέφαλος και περίοδος, πονοκέφαλος μετά από ποτό, πονοκέφαλος λεξικό γλώσσας ρωσικά, πονοκέφαλος στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • πονηριά στα ρωσικά - лукавство, злоба, хитрость, злость, двуличие, ехидство, хитрый, ...
  • πονηρός στα ρωσικά - умение, озорной, хлопотливый, продувной, двуличный, ловкий, лукавство, ...
  • ποντίκι στα ρωσικά - мышь, мышка, мыши, мышки, мышью
  • πονόψυχος στα ρωσικά - жалостливый, сердобольный, участливый, сострадательный, сердобольная, сострадательны
Τυχαίες λέξεις
Πονοκέφαλος στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: помеха, неприятность, забота, головная боль, головной боли, головной болью, головные боли, головную боль