Πονοκέφαλος στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: πονοκέφαλος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
главоболка, главоболката, главоболки
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πονοκέφαλος
πονοκέφαλος ιγμορείων, πονοκέφαλος αίτια, πονοκέφαλος και πίεση, πονοκέφαλος και περίοδος, πονοκέφαλος μετά από ποτό, πονοκέφαλος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, πονοκέφαλος στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- πονηριά στα σλαβομακεδονικά - зајадлив, лукав, итар, итра, итрина
- πονηρός στα σλαβομακεδονικά - итар, итри, Sly, скришно
- ποντίκι στα σλαβομακεδονικά - глувчето, глушецот, глувче, глушец, на глувчето
- πονόψυχος στα σλαβομακεδονικά - разнежнија срцето, го разнежнија срцето, и го разнежнија срцето
Τυχαίες λέξεις
Πονοκέφαλος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: главоболка, главоболката, главоболки
Μεταφράσεις: главоболка, главоболката, главоболки