Πονοκέφαλος στα ισλανδικά
Μετάφραση: πονοκέφαλος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
höfuðverkur, höfuðverk
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πονοκέφαλος
πονοκέφαλος ιγμορείων, πονοκέφαλος αίτια, πονοκέφαλος και πίεση, πονοκέφαλος και περίοδος, πονοκέφαλος μετά από ποτό, πονοκέφαλος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, πονοκέφαλος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- πονηριά στα ισλανδικά - list, sviksemi, lævís, vélabrögðum, fullt véla
- πονηρός στα ισλανδικά - kaldrifjaður, lymskur, lymska, Sly
- ποντίκι στα ισλανδικά - mús, músina, músin, músinni
- πονόψυχος στα ισλανδικά - útboð, tilboð, blíður, útboðs, tilboði
Τυχαίες λέξεις
Πονοκέφαλος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: höfuðverkur, höfuðverk
Μεταφράσεις: höfuðverkur, höfuðverk