Πονοκέφαλος στα ουγγρικά
Μετάφραση: πονοκέφαλος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fejfájás, fejfájást, a fejfájás, fejfájással
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πονοκέφαλος
πονοκέφαλος ιγμορείων, πονοκέφαλος αίτια, πονοκέφαλος και πίεση, πονοκέφαλος και περίοδος, πονοκέφαλος μετά από ποτό, πονοκέφαλος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, πονοκέφαλος στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- πονηριά στα ουγγρικά - ravasz, ravaszság, ravaszabb, ravaszsággal, ravaszsága
- πονηρός στα ουγγρικά - furfangos, ravasz, sunyi, alattomos, sly, a ravasz
- ποντίκι στα ουγγρικά - egér, egeret, egérrel, az egér, az egeret
- πονόψυχος στα ουγγρικά - lágyszívű, gyengéd
Τυχαίες λέξεις
Πονοκέφαλος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: fejfájás, fejfájást, a fejfájás, fejfájással
Μεταφράσεις: fejfájás, fejfájást, a fejfájás, fejfájással