Στέψη στα γαλλικά
Μετάφραση: στέψη, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
sacre, couronnement, coronación, le couronnement
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στέψη
στέψη βασίλισσας ελισάβετ, στέψη της ποππαίας, στέψη ναπολέοντα, στέψη φράγματος, στέψη βυζαντινού αυτοκράτορα, στέψη λεξικό γλώσσας γαλλικά, στέψη στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- στένωση στα γαλλικά - bouchon, barrière, empêchement, encombre, achoppement, obstacle, engorgement, ...
- στέρηση στα γαλλικά - dépossession, rapine, privation, coulage, perte, la privation, privations, ...
- στήθος στα γαλλικά - boîte, mamelle, nichon, coffret, coffre, écrin, commode, ...
- στήλη στα γαλλικά - chronique, pilier, balustre, fissure, éditorial, rubrique, pylône, ...
Τυχαίες λέξεις
Στέψη στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: sacre, couronnement, coronación, le couronnement
Μεταφράσεις: sacre, couronnement, coronación, le couronnement