Στέψη στα πολωνικά

Μετάφραση: στέψη, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
koronacja, koronacji, koronacyjny, Ukoronowanie, coronation
Στέψη στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στέψη

στέψη βασίλισσας ελισάβετ, στέψη της ποππαίας, στέψη ναπολέοντα, στέψη φράγματος, στέψη βυζαντινού αυτοκράτορα, στέψη λεξικό γλώσσας πολωνικά, στέψη στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • στένωση στα πολωνικά - zatamowanie, zaparcie, niedrożność, zawada, utrudnianie, przeszkoda, zatkanie, ...
  • στέρηση στα πολωνικά - utrata, ograniczenie, pozbawienie, pozbawienia, deprywacji, deprywacja, pozbawianie
  • στήθος στα πολωνικά - szkatułka, sutek, gors, przodek, skrzynia, kufer, klatka, ...
  • στήλη στα πολωνικά - słupek, słup, łam, felieton, szpalta, kolumienka, rubryka, ...
Τυχαίες λέξεις
Στέψη στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: koronacja, koronacji, koronacyjny, Ukoronowanie, coronation