Στέψη στα λευκορωσικά

Μετάφραση: στέψη, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
каранацыя, каранаванне, каранацыі
Στέψη στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στέψη

στέψη βασίλισσας ελισάβετ, στέψη της ποππαίας, στέψη ναπολέοντα, στέψη φράγματος, στέψη βυζαντινού αυτοκράτορα, στέψη λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, στέψη στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • στένωση στα λευκορωσικά - стэноз
  • στέρηση στα λευκορωσικά - пазбаўленне, пазбаўленьне, пазбаўлення
  • στήθος στα λευκορωσικά - грудзi, грудзі
  • στήλη στα λευκορωσικά - калонка, калёнка, колонка
Τυχαίες λέξεις
Στέψη στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: каранацыя, каранаванне, каранацыі