Στέψη στα γερμανικά
Μετάφραση: στέψη, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
krönung, Krönung, Krönungs
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στέψη
στέψη βασίλισσας ελισάβετ, στέψη της ποππαίας, στέψη ναπολέοντα, στέψη φράγματος, στέψη βυζαντινού αυτοκράτορα, στέψη λεξικό γλώσσας γερμανικά, στέψη στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- στένωση στα γερμανικά - widerstand, hemmnis, behinderung, verzögerung, hindernis, blockierung, Stenose, ...
- στέρηση στα γερμανικά - raub, beraubung, mangel, entzug, deprivation, entbehrung, verlust, ...
- στήθος στα γερμανικά - kiste, lade, brust, busen, brustkasten, schrein, koffer, ...
- στήλη στα γερμανικά - leitartikel, kolumne, kolonne, druckspalte, stütze, rubrik, spalte, ...
Τυχαίες λέξεις
Στέψη στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: krönung, Krönung, Krönungs
Μεταφράσεις: krönung, Krönung, Krönungs