Στέψη στα ισλανδικά

Μετάφραση: στέψη, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Coronation
Στέψη στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στέψη

στέψη βασίλισσας ελισάβετ, στέψη της ποππαίας, στέψη ναπολέοντα, στέψη φράγματος, στέψη βυζαντινού αυτοκράτορα, στέψη λεξικό γλώσσας ισλανδικά, στέψη στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • στένωση στα ισλανδικά - þrengsli, þröng, þrengsli í, þrenging, Æðaþrengsli
  • στέρηση στα ισλανδικά - svipting, sviptingu, skort, svipta, að svipta
  • στήθος στα ισλανδικά - brjóst, bringa, kista, brjósti, fyrir brjósti, brjóstverkur, bringu
  • στήλη στα ισλανδικά - dálki, dálkur, dálkurinn, súla, dálk
Τυχαίες λέξεις
Στέψη στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: Coronation