Επισυνάπτω στα γερμανικά
Μετάφραση: επισυνάπτω, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
beilegen, umschließen, beifügen, einschließen, umgeben
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επισυνάπτω
επισυνάπτω στα γαλλικα, επισυνάπτω στα αγγλικά, επισυνάπτω σημασία, επισυνάπτω το βιογραφικό μου σημείωμα, επισυνάπτω αγγλικα, επισυνάπτω λεξικό γλώσσας γερμανικά, επισυνάπτω στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- επιστόμιο στα γερμανικά - mundstück, Mundstück, Sprachrohr, Mundstücks
- επιστύλιο στα γερμανικά - architrav, Architrav, Architravs, architrave, Archi, Tragbalken
- επισφαλής στα γερμανικά - wacklig, gefahrvoll, schlotterig, gefährlich, unsicher, wackelig, unsicheren, ...
- επισύρω στα γερμανικά - beschreiben, gleichstand, ziehung, anziehen, zeichnen, malen, remis, ...
Τυχαίες λέξεις
Επισυνάπτω στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: beilegen, umschließen, beifügen, einschließen, umgeben
Μεταφράσεις: beilegen, umschließen, beifügen, einschließen, umgeben