Επισυνάπτω στα ιταλικά
Μετάφραση: επισυνάπτω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
allegare, accludere, racchiudere, includere, racchiuderlo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επισυνάπτω
επισυνάπτω στα γαλλικα, επισυνάπτω στα αγγλικά, επισυνάπτω σημασία, επισυνάπτω το βιογραφικό μου σημείωμα, επισυνάπτω αγγλικα, επισυνάπτω λεξικό γλώσσας ιταλικά, επισυνάπτω στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- επιστόμιο στα ιταλικά - boccaglio, bocchino, portavoce, imboccatura, il boccaglio
- επιστύλιο στα ιταλικά - architrave, dell'architrave, architravato, architrave in
- επισφαλής στα ιταλικά - rischioso, traballante, malfermo, precario, incerto, pericoloso, insicuro, ...
- επισύρω στα ιταλικά - allettare, disegnare, adescare, estrarre, attrarre, affascinare, cavare, ...
Τυχαίες λέξεις
Επισυνάπτω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: allegare, accludere, racchiudere, includere, racchiuderlo
Μεταφράσεις: allegare, accludere, racchiudere, includere, racchiuderlo