Επισυνάπτω στα ουγγρικά
Μετάφραση: επισυνάπτω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
megbetegedés, mellékel, csatolniuk, csatolni, mellékelje, csatolja
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επισυνάπτω
επισυνάπτω στα γαλλικα, επισυνάπτω στα αγγλικά, επισυνάπτω σημασία, επισυνάπτω το βιογραφικό μου σημείωμα, επισυνάπτω αγγλικα, επισυνάπτω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, επισυνάπτω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- επιστόμιο στα ουγγρικά - csutora, szopóka, szószóló, szájrész, szócsöve, szájrészt
- επιστύλιο στα ουγγρικά - párkánygerenda, architráv
- επισφαλής στα ουγγρικά - repedezett, bizonytalan, biztonságos, nem biztonságos, a bizonytalan, bizonytalanok
- επισύρω στα ουγγρικά - kisorsolás, kasszadarab, sorsjáték, sorshúzás, farablás, remi, sorsolás, ...
Τυχαίες λέξεις
Επισυνάπτω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: megbetegedés, mellékel, csatolniuk, csatolni, mellékelje, csatolja
Μεταφράσεις: megbetegedés, mellékel, csatolniuk, csatolni, mellékelje, csatolja