Αντικρούω στα δανικά
Μετάφραση: αντικρούω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
confute
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντικρούω
αντικρούω συνώνυμα, αντικρούω στα αγγλικα, αντικρούω συνώνυμο, αντικρούω λεξικό, αντικρούω λεξικό γλώσσας δανικά, αντικρούω στα δανικά
Μεταφράσεις
- αντικειμενικός στα δανικά - hensigt, mål, objektiv, objektive, målsætning, målet
- αντικρίζω στα δανικά - ansigt, konfrontere, imødegå, at konfrontere, konfronterer
- αντιλέγω στα δανικά - oppugn
- αντιλαλώ στα δανικά - genlyd, ekko, runge, resound, klinge, genlyde
Τυχαίες λέξεις
Αντικρούω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: confute
Μεταφράσεις: confute