Αντικρούω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: αντικρούω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
аспрэчваць, абвяргаць, абвергнуць, адмаўляць, адмаўляцца
Αντικρούω στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αντικρούω

αντικρούω συνώνυμα, αντικρούω στα αγγλικα, αντικρούω συνώνυμο, αντικρούω λεξικό, αντικρούω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αντικρούω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • αντικειμενικός στα λευκορωσικά - мэта, мэту
  • αντικρίζω στα λευκορωσικά - супрацьстаяць, процістаяць
  • αντιλέγω στα λευκορωσικά - oppugn
  • αντιλαλώ στα λευκορωσικά - гучаць
Τυχαίες λέξεις
Αντικρούω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: аспрэчваць, абвяргаць, абвергнуць, адмаўляць, адмаўляцца