Αντικρούω στα λιθουανικά

Μετάφραση: αντικρούω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
paneigti, Zbić argumentai, Įtikinti ką nors, Įtikinti ką
Αντικρούω στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αντικρούω

αντικρούω συνώνυμα, αντικρούω στα αγγλικα, αντικρούω συνώνυμο, αντικρούω λεξικό, αντικρούω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αντικρούω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • αντικειμενικός στα λιθουανικά - taikinys, tikslas, tikslo, tikslą, objektyvus, siekiama
  • αντικρίζω στα λιθουανικά - veidas, žvilgsnis, susidurti, pasipriešinti, susiduria, kovai, kovai su
  • αντιλέγω στα λιθουανικά - Pasipriešinti, Kovoti, Ginčyti, Pretenzijos, Kovoti su tvirtinimas
  • αντιλαλώ στα λιθουανικά - aidas, atgarsis, aidėti, rezonuoti, garsėti, atliepti, nuaidėti
Τυχαίες λέξεις
Αντικρούω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: paneigti, Zbić argumentai, Įtikinti ką nors, Įtikinti ką