Αντικρούω στα σλοβενικά
Μετάφραση: αντικρούω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Pobiti, ovreči utemeljenosti, Opovrgnuti, ovreči
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντικρούω
αντικρούω συνώνυμα, αντικρούω στα αγγλικα, αντικρούω συνώνυμο, αντικρούω λεξικό, αντικρούω λεξικό γλώσσας σλοβενικά, αντικρούω στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- αντικειμενικός στα σλοβενικά - objektivní, cilj, Namen, objektivna, cilja
- αντικρίζω στα σλοβενικά - grimasa, obraz, soočiti, sooči, soočanje, soočenje, soočijo
- αντιλέγω στα σλοβενικά - oppugn
- αντιλαλώ στα σλοβενικά - odmevajo, odmeva, odmevale, odmevati, oglašajo
Τυχαίες λέξεις
Αντικρούω στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: Pobiti, ovreči utemeljenosti, Opovrgnuti, ovreči
Μεταφράσεις: Pobiti, ovreči utemeljenosti, Opovrgnuti, ovreči