Απαγόρευση στα δανικά
Μετάφραση: απαγόρευση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
forbud, forbuddet, forbud mod, forbuddet mod, forbudet
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απαγόρευση
απαγόρευση κυκλοφορίας, απαγόρευση εξόδου από τη χώρα, απαγόρευση ηλεκτρονικού τσιγάρου, απαγόρευση λατινικά, απαγόρευση συγκεντρώσεων, απαγόρευση λεξικό γλώσσας δανικά, απαγόρευση στα δανικά
Μεταφράσεις
- απαγωγέας στα δανικά - bortføreren, bortfører, abductor, at bortføreren, abduktor
- απαγωγή στα δανικά - bortførelse, bortførelsen, bortførelser, abduktion, bortført
- απαθής στα δανικά - apatisk, apatiske, ligeglade, ligeglad, sløv
- απαισιοδοξία στα δανικά - pessimisme, Pessimismen, Pessimism, sortsyn
Τυχαίες λέξεις
Απαγόρευση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: forbud, forbuddet, forbud mod, forbuddet mod, forbudet
Μεταφράσεις: forbud, forbuddet, forbud mod, forbuddet mod, forbudet