Απαγόρευση στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: απαγόρευση, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
забраната, забрана, забрана за, забраната за, забрани
Απαγόρευση στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απαγόρευση

απαγόρευση κυκλοφορίας, απαγόρευση εξόδου από τη χώρα, απαγόρευση ηλεκτρονικού τσιγάρου, απαγόρευση λατινικά, απαγόρευση συγκεντρώσεων, απαγόρευση λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, απαγόρευση στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • απαγωγέας στα σλαβομακεδονικά - грабнувачот, киднапер, абдуктор
  • απαγωγή στα σλαβομακεδονικά - грабнување, киднапирање, киднапирањето, грабнувањето, киднапирање на
  • απαθής στα σλαβομακεδονικά - апатични, апатична, апатично, апатичен, толку апатични
  • απαισιοδοξία στα σλαβομακεδονικά - песимизам, песимизмот, на песимизмот, песимизам се, песимизам во
Τυχαίες λέξεις
Απαγόρευση στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: забраната, забрана, забрана за, забраната за, забрани