Γκόμενος στα δανικά
Μετάφραση: γκόμενος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
kæreste, kćreste, kæresten
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γκόμενος
γκόμενος ουρανίας μιχαλολιάκου, γκόμενος ετυμολογία, γκόμενος λεξικό γλώσσας δανικά, γκόμενος στα δανικά
Μεταφράσεις
- γκρινιάρης στα δανικά - growler, brumbasse
- γκόμενα στα δανικά - spædbarn, chick, kylling, brud, kyllinger, af kyllinger
- γλάρος στα δανικά - måge, gull, mågen
- γλίστρημα στα δανικά - slip, glide, skridsikker, følgesedlen, tag
Τυχαίες λέξεις
Γκόμενος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: kæreste, kćreste, kæresten
Μεταφράσεις: kæreste, kćreste, kæresten