Γκόμενος στα ουκρανικά
Μετάφραση: γκόμενος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
дружок, друже, друзяко
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γκόμενος
γκόμενος ουρανίας μιχαλολιάκου, γκόμενος ετυμολογία, γκόμενος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, γκόμενος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- γκρινιάρης στα ουκρανικά - сердитий, гарчати, буркотун, Ворчун, Буркун, від Ворчун
- γκόμενα στα ουκρανικά - простаки, курча, ципля, Чик
- γλάρος στα ουκρανικά - чайка, чайки, чайку, чайкам
- γλίστρημα στα ουκρανικά - талон, ковзання, ковзатися, ковзанню
Τυχαίες λέξεις
Γκόμενος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: дружок, друже, друзяко
Μεταφράσεις: дружок, друже, друзяко