Γκόμενος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: γκόμενος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
namorado, noivo, boyfriend, noivo de, o namorado
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γκόμενος
γκόμενος ουρανίας μιχαλολιάκου, γκόμενος ετυμολογία, γκόμενος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, γκόμενος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- γκρινιάρης στα πορτογαλικά - resmungão, growler, rosnador, do rosnador, Rosnador de
- γκόμενα στα πορτογαλικά - querida, pintinho, pintainho, pintainho do, do pintainho, pinto
- γλάρος στα πορτογαλικά - gaivota, gull, gaivota de, de gaivota, da gaivota
- γλίστρημα στα πορτογαλικά - desprezar, deslizar, desrespeitar, deslizamento, escorregar, leve, deslize, ...
Τυχαίες λέξεις
Γκόμενος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: namorado, noivo, boyfriend, noivo de, o namorado
Μεταφράσεις: namorado, noivo, boyfriend, noivo de, o namorado