Κυψέλη στα δανικά
Μετάφραση: κυψέλη, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
hive, bistade, hiven, bikuben, syder
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κυψέλη
κυψέλη αθήνα, κυψέλη μελισσών, κυψέλη ημαθίας, κυψέλη τιμή, κυψέλη χάρτης, κυψέλη λεξικό γλώσσας δανικά, κυψέλη στα δανικά
Μεταφράσεις
- κυρώνω στα δανικά - ratificerer
- κυτταρικός στα δανικά - cellulære, cellulær, cellulært, trådløse, trådløst
- κυψελιδικός στα δανικά - alveolær, alveolære, alveolar, alveolært, alveolare
- κωλικός στα δανικά - kolik, colic, af kolik
Τυχαίες λέξεις
Κυψέλη στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: hive, bistade, hiven, bikuben, syder
Μεταφράσεις: hive, bistade, hiven, bikuben, syder