Κυψέλη στα εσθονικά

Μετάφραση: κυψέλη, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
mesilassülem, taru, mesilaspere, mesipuu, Hive, tarude
Κυψέλη στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κυψέλη

κυψέλη αθήνα, κυψέλη μελισσών, κυψέλη ημαθίας, κυψέλη τιμή, κυψέλη χάρτης, κυψέλη λεξικό γλώσσας εσθονικά, κυψέλη στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • κυρώνω στα εσθονικά - valideerima, kehtestama, ratifitseerima, ratifitseerib, lepingu ratifitseerib
  • κυτταρικός στα εσθονικά - rakuline, mobiilsidevõrgu, rakulise, rakuliste, rakulist
  • κυψελιδικός στα εσθονικά - hambasombuhäälik, alveolaar, alveolaarne, alveolaarse, alveoolide, alveolaarsetes, alveolaarsete
  • κωλικός στα εσθονικά - koolik, koolikuvalu, kooliku, koolikutaolised, koolikud
Τυχαίες λέξεις
Κυψέλη στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: mesilassülem, taru, mesilaspere, mesipuu, Hive, tarude