Κυψέλη στα ρουμανικά
Μετάφραση: κυψέλη, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
stup, de stup, stupul, stup de, stupului
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κυψέλη
κυψέλη αθήνα, κυψέλη μελισσών, κυψέλη ημαθίας, κυψέλη τιμή, κυψέλη χάρτης, κυψέλη λεξικό γλώσσας ρουμανικά, κυψέλη στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- κυρώνω στα ρουμανικά - ratifica, ratifică
- κυτταρικός στα ρουμανικά - celular, celulare, celulară, celulara, mobil
- κυψελιδικός στα ρουμανικά - alveolar, alveolare, alveolară, alveolara
- κωλικός στα ρουμανικά - colică, colici, colicilor, colicile, colica
Τυχαίες λέξεις
Κυψέλη στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: stup, de stup, stupul, stup de, stupului
Μεταφράσεις: stup, de stup, stupul, stup de, stupului