Πέτο στα δανικά

Μετάφραση: πέτο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
revers, lapel, knaphuls, reverset
Πέτο στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πέτο

πέτο λεξικο, το πέτο, στο πέτο, πέτο λεξικό γλώσσας δανικά, πέτο στα δανικά

Μεταφράσεις

  • πέστροφα στα δανικά - ørred, forel, ørreder, trout, ørreden
  • πέταγμα στα δανικά - kaste, flyvende, flyver, der flyver, der fører, flyve
  • πέτρα στα δανικά - sten, klippe, stenen, stone
  • πέφτω στα δανικά - fald, falde, dykke, efterår, falder, henhører, omfattet
Τυχαίες λέξεις
Πέτο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: revers, lapel, knaphuls, reverset