Πέτο στα ισλανδικά

Μετάφραση: πέτο, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Lapel
Πέτο στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πέτο

πέτο λεξικο, το πέτο, στο πέτο, πέτο λεξικό γλώσσας ισλανδικά, πέτο στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • πέστροφα στα ισλανδικά - silungur, urriði, bleikja, silung, silungi
  • πέταγμα στα ισλανδικά - verpa, fleygja, henda, kasta, fljúga, fljúgandi, að fljúga, ...
  • πέτρα στα ισλανδικά - steinn, drangur, bjarg, klettur, grjót, berg, steini, ...
  • πέφτω στα ισλανδικά - brölta, árekstur, falla, fall, hrapa, lækka, fallið, ...
Τυχαίες λέξεις
Πέτο στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: Lapel