Πέτο στα ρωσικά

Μετάφραση: πέτο, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
отворот, лацкан, лацкане, отворотом, петличный
Πέτο στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πέτο

πέτο λεξικο, το πέτο, στο πέτο, πέτο λεξικό γλώσσας ρωσικά, πέτο στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • πέστροφα στα ρωσικά - форель, форели, форельный ареал, форельный
  • πέταγμα στα ρωσικά - кинуть, вбросить, сносить, подбрасывать, выкинуть, выбрасываться, откидывать, ...
  • πέτρα στα ρωσικά - убаюкивать, качаться, укачивать, утес, опора, оселок, покачаться, ...
  • πέφτω στα ρωσικά - снижение, ляпсус, ухать, смолкнуть, повалиться, слететь, грохаться, ...
Τυχαίες λέξεις
Πέτο στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: отворот, лацкан, лацкане, отворотом, петличный