Σακίδιο στα δανικά

Μετάφραση: σακίδιο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
skuldertaske, rygsæk, rygsækken, rucksack, rygsække
Σακίδιο στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σακίδιο

σακίδιο πλάτης, σακίδιο έκτακτης ανάγκης, σακίδιο πλάτης γυναικείο, σακίδιο mcm, σακίδιο terra, σακίδιο λεξικό γλώσσας δανικά, σακίδιο στα δανικά

Μεταφράσεις

  • σαγόνι στα δανικά - kæbe, kæben, kæberne, kæber
  • σαθρός στα δανικά - usund, usunde, uholdbar, uforsvarlig, uholdbart
  • σακατεύω στα δανικά - lamme, ødelægge, forkrøble, krøbling, lemlæste
  • σακούλα στα δανικά - taske, pose, posen, bag, sæk
Τυχαίες λέξεις
Σακίδιο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: skuldertaske, rygsæk, rygsækken, rucksack, rygsække