Σακίδιο στα τούρκικα
Μετάφραση: σακίδιο, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sırt çantası, Rucksack, Arka çantaları, sırt, sırt çantası ile
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σακίδιο
σακίδιο πλάτης, σακίδιο έκτακτης ανάγκης, σακίδιο πλάτης γυναικείο, σακίδιο mcm, σακίδιο terra, σακίδιο λεξικό γλώσσας τούρκικα, σακίδιο στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- σαγόνι στα τούρκικα - çene, çeneli, çenesi, jaw
- σαθρός στα τούρκικα - sağlıksız, çürük, unsound, sağlam olmayan, geçersiz
- σακατεύω στα τούρκικα - sakat, cripple, sakatlamak, kötürüm, felce uğratmak
- σακούλα στα τούρκικα - kese, çanta, torba, çantası, bag, torbası
Τυχαίες λέξεις
Σακίδιο στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: sırt çantası, Rucksack, Arka çantaları, sırt, sırt çantası ile
Μεταφράσεις: sırt çantası, Rucksack, Arka çantaları, sırt, sırt çantası ile