Σακίδιο στα ρωσικά
Μετάφραση: σακίδιο, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
рюкзак, рюкзака, рюкзаком, Рюкзаки
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σακίδιο
σακίδιο πλάτης, σακίδιο έκτακτης ανάγκης, σακίδιο πλάτης γυναικείο, σακίδιο mcm, σακίδιο terra, σακίδιο λεξικό γλώσσας ρωσικά, σακίδιο στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- σαγόνι στα ρωσικά - щечка, челюсть, челюсти, щековая, губка, зажим
- σαθρός στα ρωσικά - слабый, отвратительный, поганый, гнилой, испортившийся, испорченный, аховый, ...
- σακατεύω στα ρωσικά - искалечить, изувечиться, перекалечить, калечить, изувечить, увечить, покалечить, ...
- σακούλα στα ρωσικά - мешочек, сумка, мошна, патронташ, сума, котомка, мешок, ...
Τυχαίες λέξεις
Σακίδιο στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: рюкзак, рюкзака, рюкзаком, Рюкзаки
Μεταφράσεις: рюкзак, рюкзака, рюкзаком, Рюкзаки