Σακίδιο στα λιθουανικά

Μετάφραση: σακίδιο, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kuprinė, kelionmaišis, Rucksack, Kuprinės, Backpack, Skirtas maišas
Σακίδιο στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σακίδιο

σακίδιο πλάτης, σακίδιο έκτακτης ανάγκης, σακίδιο πλάτης γυναικείο, σακίδιο mcm, σακίδιο terra, σακίδιο λεξικό γλώσσας λιθουανικά, σακίδιο στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • σαγόνι στα λιθουανικά - žandikaulis, kramtyti, žandikaulio, jaw, žiauninis, žandikaulyje
  • σαθρός στα λιθουανικά - nepagrįstas, nepatikimas, supuvęs, netvirtas, klaidingas
  • σακατεύω στα λιθουανικά - paralyžiuoti, suluošinti, gadinti, luošys, žaloti
  • σακούλα στα λιθουανικά - krepšys, maišas, maišelį, maišelis, maišą
Τυχαίες λέξεις
Σακίδιο στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: kuprinė, kelionmaišis, Rucksack, Kuprinės, Backpack, Skirtas maišas