Σακίδιο στα ισλανδικά
Μετάφραση: σακίδιο, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
bakpoka, Bakpoki
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σακίδιο
σακίδιο πλάτης, σακίδιο έκτακτης ανάγκης, σακίδιο πλάτης γυναικείο, σακίδιο mcm, σακίδιο terra, σακίδιο λεξικό γλώσσας ισλανδικά, σακίδιο στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- σαγόνι στα ισλανδικά - kjálki, kjálka, kjálkinn, kjálkaliða, skoltur
- σαθρός στα ισλανδικά - fúinn, óheilbrigð, afleit, unsound, ótraust, talin vera óheilbrigð
- σακατεύω στα ισλανδικά - Cripple, lama
- σακούλα στα ισλανδικά - poka, poki, pokinn, taska, tösku
Τυχαίες λέξεις
Σακίδιο στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: bakpoka, Bakpoki
Μεταφράσεις: bakpoka, Bakpoki