Σακίδιο στα ουγγρικά
Μετάφραση: σακίδιο, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hátizsák, hátizsákok, hátizsákot, hátizsákban, hátizsákját
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σακίδιο
σακίδιο πλάτης, σακίδιο έκτακτης ανάγκης, σακίδιο πλάτης γυναικείο, σακίδιο mcm, σακίδιο terra, σακίδιο λεξικό γλώσσας ουγγρικά, σακίδιο στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- σαγόνι στα ουγγρικά - befogópofa, állkapocs, pofa, állkapcsa, állkapcsát, jaw
- σαθρός στα ουγγρικά - egészségtelen, hibás, megalapozatlan, nem körültekintő, ingatag
- σακατεύω στα ουγγρικά - nyomorék, megbéníthatja, megbéníthatják, megbénítani, megbénítják
- σακούλα στα ουγγρικά - erszény, táska, zsák, zsákot, bag, zacskó
Τυχαίες λέξεις
Σακίδιο στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: hátizsák, hátizsákok, hátizsákot, hátizsákban, hátizsákját
Μεταφράσεις: hátizsák, hátizsákok, hátizsákot, hátizsákban, hátizsákját