Έννοια στα εσθονικά

Μετάφραση: έννοια, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
muretsema, vaevama, idee, tähendus, tähendab, mis tähendab
Έννοια στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έννοια

έννοια χρηστής διοίκησης, έννοια της ποιότητας του παραγόμενου έργου στα δημόσια νοσοκομεία, έννοια καταναλωτή, έννοια ιδιωτικοποίησης, έννοια υποκαταστήματος, έννοια λεξικό γλώσσας εσθονικά, έννοια στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ένζυμο στα εσθονικά - ensüüm, ensüümi, ensüümiga, ensüümide
  • ένιωθα στα εσθονικά - tundis, aimatav, vilt, tundsin, ma tundsin, tundsin end
  • ένοικος στα εσθονικά - üürnik, asukas, rentnik, üürniku, üürnikule, rentniku
  • ένορκος στα εσθονικά - vandekohtunik, vandemees, juror, kohtunikuks, Asetäitja
Τυχαίες λέξεις
Έννοια στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: muretsema, vaevama, idee, tähendus, tähendab, mis tähendab