Έννοια στα δανικά

Μετάφραση: έννοια, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
betydning, begreb, betyder, hvilket betyder, mening
Έννοια στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έννοια

έννοια χρηστής διοίκησης, έννοια της ποιότητας του παραγόμενου έργου στα δημόσια νοσοκομεία, έννοια καταναλωτή, έννοια ιδιωτικοποίησης, έννοια υποκαταστήματος, έννοια λεξικό γλώσσας δανικά, έννοια στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ένζυμο στα δανικά - enzym, enzymet
  • ένιωθα στα δανικά - filt, jeg, I
  • ένοικος στα δανικά - lejer, lejeren, forpagteren, forpagter, lejerens
  • ένορκος στα δανικά - nævning, jurymedlem, være nævning
Τυχαίες λέξεις
Έννοια στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: betydning, begreb, betyder, hvilket betyder, mening