Έννοια στα τούρκικα
Μετάφραση: έννοια, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
endişe, kaygı, üzüntü, anlam, tasa, anlamı, anlamına, anlamına gelen, anlamına gelir
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έννοια
έννοια χρηστής διοίκησης, έννοια της ποιότητας του παραγόμενου έργου στα δημόσια νοσοκομεία, έννοια καταναλωτή, έννοια ιδιωτικοποίησης, έννοια υποκαταστήματος, έννοια λεξικό γλώσσας τούρκικα, έννοια στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ένζυμο στα τούρκικα - enzim, enzimi, enzimin, enzimdir
- ένιωθα στα τούρκικα - keçe, Ben, I, ı, bir
- ένοικος στα τούρκικα - kiracı, kiracının, kiracısı, bir kiracı, tenant
- ένορκος στα τούρκικα - jüri üyesi, jüri, juror, jüri üyesiysem, jüri üyelerinden
Τυχαίες λέξεις
Έννοια στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: endişe, kaygı, üzüntü, anlam, tasa, anlamı, anlamına, anlamına gelen, anlamına gelir
Μεταφράσεις: endişe, kaygı, üzüntü, anlam, tasa, anlamı, anlamına, anlamına gelen, anlamına gelir