Αμφίβιο στα εσθονικά
Μετάφραση: αμφίβιο, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
amfiiblennuk, kahepaikne, kahepaiksete, amfiiblennuki, kahepaikse, kahepaikse-
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμφίβιο
περιοδικό αμφίβιο, αμφίβιο όχημα, αμφίβιο σπίτι, χελώνα αμφίβιο, αμφίβιο πλοίο, αμφίβιο λεξικό γλώσσας εσθονικά, αμφίβιο στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- αμυντικός στα εσθονικά - kaitsev, kaitsja, kaitseliini, kaitslik, kaitsemehhanismi
- αμυχή στα εσθονικά - kriimustama, kratsima, kulutus, hõõrumisjälg, marrastus, kriimustus, skarifitseerimine, ...
- αμφίβιος στα εσθονικά - kahetähenduslik, kahevalentne, amfiib-, amfiib, amfibioajoneuvot, amfiibsed, meredessandi
- αμφίβολος στα εσθονικά - kaheldav, kõhklev, Ebakindel
Τυχαίες λέξεις
Αμφίβιο στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: amfiiblennuk, kahepaikne, kahepaiksete, amfiiblennuki, kahepaikse, kahepaikse-
Μεταφράσεις: amfiiblennuk, kahepaikne, kahepaiksete, amfiiblennuki, kahepaikse, kahepaikse-