Αμφίβιο στα ουγγρικά
Μετάφραση: αμφίβιο, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kétéltű, kétéltü, kétéltűek, amphibian, a kétéltűek
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμφίβιο
περιοδικό αμφίβιο, αμφίβιο όχημα, αμφίβιο σπίτι, χελώνα αμφίβιο, αμφίβιο πλοίο, αμφίβιο λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αμφίβιο στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- αμυντικός στα ουγγρικά - defenzív, defenzíva, védekező, védelmi, védekezése, védelme
- αμυχή στα ουγγρικά - firkantás, morzsolódás, vakaródzás, kopás, karcolás, rajtvonal, köpölyözés, ...
- αμφίβιος στα ουγγρικά - kétéltű, a kétéltű, kétéltû, tengeri deszant
- αμφίβολος στα ουγγρικά - vitás, habozó, iffy, bizonytalansági
Τυχαίες λέξεις
Αμφίβιο στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: kétéltű, kétéltü, kétéltűek, amphibian, a kétéltűek
Μεταφράσεις: kétéltű, kétéltü, kétéltűek, amphibian, a kétéltűek