Κάταγμα στα εσθονικά
Μετάφραση: κάταγμα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
luumurd, murdma, mõra, murd, luumurdude, murru, luumurru
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κάταγμα
κάταγμα πέους, κάταγμα έξω σφυρού, κάταγμα αγκώνα, κάταγμα περόνης, κάταγμα κόπωσης, κάταγμα λεξικό γλώσσας εσθονικά, κάταγμα στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- κάστορας στα εσθονικά - kopranahk, rügama, rassima, kobras, Beaver, kopra, kobraste, ...
- κάστρο στα εσθονικά - tsitadell, loss, Castle, lossi, Linnus, linnuse
- κάτισχνος στα εσθονικά - kõhetu, kuivetu, kurnatud, Haggard, taltsutamata, Riutunut, kõhnunud
- κάτοικος στα εσθονικά - asukas, resident, residendist, elukoht, residentidest, elanik
Τυχαίες λέξεις
Κάταγμα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: luumurd, murdma, mõra, murd, luumurdude, murru, luumurru
Μεταφράσεις: luumurd, murdma, mõra, murd, luumurdude, murru, luumurru