Κατασταλαγμένος στα εσθονικά

Μετάφραση: κατασταλαγμένος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
veendunud, paadunud
Κατασταλαγμένος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατασταλαγμένος

κατασταλαγμένος λεξικό γλώσσας εσθονικά, κατασταλαγμένος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • κατασπαταλώ στα εσθονικά - pillamine, pillama, raisatud, raisata, raisatakse, raisku, raisanud
  • καταστέλλω στα εσθονικά - talitsema, summutama, suruda, represseerivad, maha suruda
  • καταστατικό στα εσθονικά - normid, õigus, statuut, põhikiri, põhikirjaga, põhikirjas, põhikirja, ...
  • καταστολή στα εσθονικά - repressioonid, repressioonide, repressioone, represseerimise, represseerimine
Τυχαίες λέξεις
Κατασταλαγμένος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: veendunud, paadunud