Κατασταλαγμένος στα γερμανικά

Μετάφραση: κατασταλαγμένος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
notorisch, bestätigt, bestätigte, die geklärte, der geklärte, das geklärte, das gereinigte, den geklärten
Κατασταλαγμένος στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατασταλαγμένος

κατασταλαγμένος λεξικό γλώσσας γερμανικά, κατασταλαγμένος στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • κατασπαταλώ στα γερμανικά - verschwendet, verloren, vergeudet, verschwendete, vergeudete
  • καταστέλλω στα γερμανικά - unterdrücken, verdrängen, unter, zu unter, zu verdrängen
  • καταστατικό στα γερμανικά - freibrief, satzung, urkunde, charta, befrachtung, Satzung, Satzungs, ...
  • καταστολή στα γερμανικά - zerschlagung, unterdrückung, Repression, Unterdrückung, Verdrängung, Repressionen, Repressions
Τυχαίες λέξεις
Κατασταλαγμένος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: notorisch, bestätigt, bestätigte, die geklärte, der geklärte, das geklärte, das gereinigte, den geklärten