Κατασταλαγμένος στα κροατικά
Μετάφραση: κατασταλαγμένος, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
potvrđen, potvrdio, dokazao, potvrđuju, potvrđena
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατασταλαγμένος
κατασταλαγμένος λεξικό γλώσσας κροατικά, κατασταλαγμένος στα κροατικά
Μεταφράσεις
- κατασπαταλώ στα κροατικά - traćenje, proćerdati, rasipanje, uzaludan, izgubiti, profućkan, izgubljeno, ...
- καταστέλλω στα κροατικά - suzbiti, savladati, potiskivanje, izostaviti, potisnuti, potiskuju, potiskujemo, ...
- καταστατικό στα κροατικά - povlastica, darovnicu, darovnica, ustav, statut, dokument, statutima, ...
- καταστολή στα κροατικά - suzbijanje, represija, represije, potiskivanje, represiju
Τυχαίες λέξεις
Κατασταλαγμένος στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: potvrđen, potvrdio, dokazao, potvrđuju, potvrđena
Μεταφράσεις: potvrđen, potvrdio, dokazao, potvrđuju, potvrđena