Λασπωτήρας στα εσθονικά

Μετάφραση: λασπωτήρας, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
poritiib, porilaud, poritiiva, poritiivast, poritiivale
Λασπωτήρας στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λασπωτήρας

μαλλί λασπωτήρας, λασπωτήρας ποδηλάτου, λασπωτήρας λεξικό γλώσσας εσθονικά, λασπωτήρας στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • λασκάρω στα εσθονικά - viirama, aeglustuma, nõrgenema, loid välja, vaikne maha
  • λασπωμένος στα εσθονικά - porine, mudane, mudasevõitu, muddy, mudase
  • λασπώδης στα εσθονικά - mudane, porine, mudasevõitu, muddy, mudase
  • λαστιχένιος στα εσθονικά - kummi, kummi-, kumm, Kautšuk, Rubber
Τυχαίες λέξεις
Λασπωτήρας στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: poritiib, porilaud, poritiiva, poritiivast, poritiivale