Λασπωτήρας στα σουηδικά
Μετάφραση: λασπωτήρας, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
stänkskärm, stänkskärmen, stänkskyddet, stänkskärmens, stänkskydd
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λασπωτήρας
μαλλί λασπωτήρας, λασπωτήρας ποδηλάτου, λασπωτήρας λεξικό γλώσσας σουηδικά, λασπωτήρας στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- λασκάρω στα σουηδικά - slack off, slappa av, Startslack, skruva upp, slappa
- λασπωμένος στα σουηδικά - grumlig, lerig, leriga, lerigt, muddy, blöta
- λασπώδης στα σουηδικά - grumlig, lerig, leriga, lerigt, muddy, blöta
- λαστιχένιος στα σουηδικά - gummi, Gummi, Rubber, gummit
Τυχαίες λέξεις
Λασπωτήρας στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: stänkskärm, stänkskärmen, stänkskyddet, stänkskärmens, stänkskydd
Μεταφράσεις: stänkskärm, stänkskärmen, stänkskyddet, stänkskärmens, stänkskydd