Λασπωτήρας στα ουγγρικά

Μετάφραση: λασπωτήρας, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
sárvédő, sárvédők, sárvédőre, sárvédőt, sárfogó
Λασπωτήρας στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λασπωτήρας

μαλλί λασπωτήρας, λασπωτήρας ποδηλάτου, λασπωτήρας λεξικό γλώσσας ουγγρικά, λασπωτήρας στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • λασκάρω στα ουγγρικά - lazítanak, laza ki, laza le, laza off
  • λασπωμένος στα ουγγρικά - sárgás, érdes, sáros, iszapos, zavaros, a sáros
  • λασπώδης στα ουγγρικά - sárgás, érdes, sáros, iszapos, zavaros, a sáros
  • λαστιχένιος στα ουγγρικά - radírgumi, gumi, gumiból, Rubber, kaucsuk, gumit
Τυχαίες λέξεις
Λασπωτήρας στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: sárvédő, sárvédők, sárvédőre, sárvédőt, sárfogó