Παρακωλύω στα εσθονικά

Μετάφραση: παρακωλύω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
pidurdama, takistama, tagumine, tõkestama, takistada, takista, takistavad, takistab, takistaks
Παρακωλύω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παρακωλύω

παρακωλύω ορισμος, παρακωλύω συνώνυμα, παρακωλύω συνωνυμο, παραλύω συνώνυμα, παρακωλύω λεξικό γλώσσας εσθονικά, παρακωλύω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • παρακράτηση στα εσθονικά - peetus, kinnihoidmine, säilitamine, kinnipidamine, kinnipeetava, kinnipeetavat, kinnipeetud, ...
  • παρακρατώ στα εσθονικά - reserveerima, aktsia, kaubavaru, reserv, varu, kinni, keelduda, ...
  • παρακώλυση στα εσθονικά - tõke, takistus, obstruktsioon, obstruktsiooni, takistamine, takistamise
  • παραλέω στα εσθονικά - liialdama, paraleo
Τυχαίες λέξεις
Παρακωλύω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: pidurdama, takistama, tagumine, tõkestama, takistada, takista, takistavad, takistab, takistaks