Παρακωλύω στα τούρκικα
Μετάφραση: παρακωλύω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
engellemek, önlemek, tıkamak, kapatmayın, engelleyebilir, engellemeyin
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παρακωλύω
παρακωλύω ορισμος, παρακωλύω συνώνυμα, παρακωλύω συνωνυμο, παραλύω συνώνυμα, παρακωλύω λεξικό γλώσσας τούρκικα, παρακωλύω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- παρακράτηση στα τούρκικα - stopaj, stopajı, tevkifat, muhtasar, kesintisi
- παρακρατώ στα τούρκικα - nesil, stok, bayağı, soy, alıkoymak, vermemek, kesintisi, ...
- παρακώλυση στα τούρκικα - engel, obstrüksiyonu, obstrüksiyon, tıkanıklığı, tıkanıklık
- παραλέω στα τούρκικα - mübalağa, paraleo
Τυχαίες λέξεις
Παρακωλύω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: engellemek, önlemek, tıkamak, kapatmayın, engelleyebilir, engellemeyin
Μεταφράσεις: engellemek, önlemek, tıkamak, kapatmayın, engelleyebilir, engellemeyin